top of page
Η τέχνη υμνεί την επανάσταση

"Η Ελλάς ευγνωμονούσα"
Θ. Βρυζάκης

Βιογραφίες
Σπουδαίες μάχες

η μάχη στα Δερβενάκια

Θ.Κολοκοτρώνης

Λόγος του Κολοκοτρώνη στην Πνύκα

Όταν αποφασήσαμε να κάμομε την Επανάσταση, δεν εσυλογισθήκαμε, ούτε 
πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχομε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν 
τα κάστρα και τας πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε: «Που πάτε εδώ 
να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα;», αλλά , ως μία βροχή, έπεσε σε 
όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και οι κληρικοί, και 
οι προεστοί, και οι καπεταναίοι, και οι πεπαιδευμένοι, και οι έμποροι, 
μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την 
Επανάσταση.

Ποίημα για την Μπουμπουλίνα

Στίχοι: Φώντας Λάδης Μουσική: Λίνος Κόκοτος

 Μια γοργόνα, μια σειρήνα, 
ίδια με τη Μπουμπουλίνα, 
στης μπρατσέρας μου την άκρη, 
έχυνε γαλάζιο δάκρυ.

Στ’ ανοιχτά στη Σαλαμίνα
σ’ είδα πάλι Μπουμπουλίνα!
Είχες το σπαθί σου αντήλιο
και φοβέριζες τον ήλιο.

Πίνακας: Ο θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη

Πέτερ φον Ες.

Τον θάνατο του Μάρκου Μπότσαρη ύμνησε η λαϊκή και η έντεχνη μούσα. Ο Διονύσιος Σολωμός έγραψε το ποίημα «Εις Μάρκο Μπότσαρη», στο οποίο παρομοιάζει τη μεγάλη προσέλευση των Ελλήνων στην κηδεία του ήρωα με τη συρροή των Τρώων στην ταφή του Έκτορα. Ποιήματα αφιερωμένα στον Μπότσαρη έγραψαν ο αμερικανός ποιητής Φιτζγκρίν Χάλεκ (1790-1867) με τίτλο «Marco Bozzaris» (1825), ο ελβετός ποιητής και δημοσιογράφος Ζιστ Ολιβιέ (1807-1876) με τίτλο «Marcos Botzaris au mont Aracynthe» («Ο Μάρκος Μπότσαρης στο όρος Αράκυνθος», 1826) και ο γάλλος συγγραφέας Βίκτωρ Ουγκώ στη συλλογή ποιημάτων του «Les Orientales» («Τ' Ανατολίτικα», 1829).

Αθανάσιος Διάκος

Η μνήμη του Α. Διάκου πέρασε στο δημοτικό τραγούδι και έγινε περισσότερο κτήμα του λαού παρά της ιστορίας του τόπου, με χαρακτηριστικούς στίχους σαν κι αυτούς:

"Καρδιά, παιδιά μου, φώναξε, παιδιά, μη φοβηθείτε

Ανδρεία, ωσάν Έλληνες, ωσάν Γραικοί σταθείτε".

Εκείνοι εφοβήθησαν κι εσκόρπισαν στους λόγκους.

Έμειν΄ ο Διάκος στη φωτιά με δεκαοχτώ λεβέντες,

Τρεις ώρες επολέμαε με δεκαοχτώ χιλιάδες,

Σχίστηκε το τουφέκι του κι εγίνηκε κομμάτια

και το σπαθί του έσυρε και στη φωτιά εμβήκεν.

Έκοψε Τούρκους άπειρους, κι εφτά Μπουλουκμπασήδες*,

Πλην το σπαδί του έσπασεν απάν΄ από τη χούφταν.

Κ΄ έπεσ΄ ο Διάκος ζωντανός εις των εχθρών τα χέρια.

Χίλιοι τον πήραν απ΄ εμπρός και δυο χιλιάδες πίσω.

Κι Ομέρ Βρυώνης μυστικά στον δρόμο τον ερώτα:

- "Γίνεσαι Τούρκος Διάκο μου, τη πίστι σου ν΄ αλλάξεις;

Να προσκυνάς εις το τζαμί, την εκκλησιά ν΄ αφήσεις":

Κ΄ εκείνος τ΄ αποκρίθηκε και με θυμόν του λέγει:

- "Πάτε κι εσείς κ΄ η πίστις σας μουρτάτες να χαθείτε.

Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θέλ΄ αποθάνω....

 

1/1

Please reload

bottom of page